Όπως πάντα στους επαναστατικούς αγώνες στην ιστορία (π.χ. οι επαναστατικοί αγώνες στο Μεξικό και την Ρωσία στις αρχές του 20ου αιώνα θεωρήθηκαν αγώνες αγροτών ενάντια στην φεουδαρχία), τα γεγονότα αποδίδονται σε διάφορα κοινωνικά στρώματα, ή ακόμη σε «εθνικές ομάδες», που προφανώς δεν μπορούν να έχουν μία επαναστατική προοπτική ως τέτοια: λούμπεν προλεταριάτο, αγρότες, ενδογενής πληθυσμός, κάτοικοι των προαστίων ή παραγκουπόλεων, ανθρακωρύχοι, εργάτες, μικροαστοί κτλ. Όπως ήδη έχουμε τονίσει σε προηγούμενες εκδόσεις, αυτό συνεισφέρει στην διατήρηση των διαχωριστικών γραμμών με τις οποίες είναι διαιρεμένος ο κόσμος σε περιοχές και χώρες έτσι ώστε οι προλετάριοι από άλλες περιοχές δεν θα υποστηρίξουν αυτούς τους αγώνες. Αυτό το ζήτημα είναι θεμελιακό στην παρούσα αναπαραγωγή της αστικής κυριαρχίας. Είναι προφανές ότι αυτοί οι μηχανισμοί κυριαρχίας λειτουργούν επειδή το ίδιο το προλεταριάτο, στο διεθνές επίπεδο, δεν έχει επίγνωση ότι είναι μία και μοναδική τάξη, ούτε ότι έχει ένα επαναστατικό κοινωνικό σχέδιο, κάτι που καθορίζει (και επίσης εμβαθύνεται από) την μεγαλύτερη αδυναμία και την απομόνωση των επαναστατικών κύκλων σε παγκόσμιο επίπεδο.
Θα θέλαμε να τονίσουμε εδώ μία κεντρική κύρια γραμμή: την ανάλυση αυτής της άρνησης του επαναστατικού χαρακτήρα του προλεταριακού αγώνα. Η άρνηση αυτή – που αποτελεί κάτι ανάλλακτο στην ιστορία - δεν ξεκινάει την ανάλυση της από το τι εμπεριέχει ο αγώνας ως ανταγωνιστικό σε όλη την υπάρχουσα κοινωνία, αλλά από το ποια συνθήματα εκφράζουν και υποστηρίζουν οι πρωταγωνιστές ή τι είναι γραμμένο στις σημαίες τους. Επίσης αυτή η άρνηση παίρνει ως βάση την προπαγάνδα όλων των αστικών λύσεων - των ρεφορμιστικών, των αυτοδιαχειριστικών, των αυτονομιστικών – που επιχειρείται να επιβληθεί στο κίνημα με σκοπό να το περιορίσει στις καπιταλιστικές προοπτικές και να του αφαιρέσει την επαναστατική προοπτική.
Αναλύουμε την πρώτη όψη αυτής της άρνησης, ενόσω δίνουμε έμφαση – όπως έκαναν οι επαναστάτες πάντοτε – στο ότι ο αγώνας του προλεταριάτου είναι επαναστατικός με το περιεχόμενό του και όχι με το τι εκφράζουν οι σημαίες του κινήματος: σε διαφορετική περίπτωση, θα ήταν αδύνατο να βρούμε έστω και έναν επαναστατικό αγώνα στην ιστορία. Τονίζουμε τον πρακτικό και γενικό ανταγωνισμό ανάμεσα στην αστική κοινωνία και τα προλεταριακά συμφέροντα, ανάμεσα σε όλες τις ιδεολογικές εκφράσεις του κινήματος και την αντικειμενική πρακτική του προλεταριάτου που ήταν ανταγωνιστική στην ατομική ιδιοκτησία και το Κράτος. Πάνω σε αυτή τη βάση επιβεβαιώνουμε την αννάλακτη εναλλακτική: είτε η καταστροφή του ανθρώπινου είδους από αυτό το σύστημα θα γίνεται ολοένα και χειρότερη, είτε το προλεταριάτο θα καταστρέψει το Κράτος και τον καπιταλισμό με έναν επαναστατικό τρόπο.
Η δεύτερη όψη αυτής της άρνησης αποτελείται από μοδάτες θεωρίες (ιδεολογίες δηλαδή) που αρνούνται αυτό τον ανταγωνισμό και προσπαθούν να βρουν κάποιες συμβιβαστικές λύσεις. Ο κοινός παρανομαστής αυτών των ιδεολογιών είναι να δείξουν την δυνατότητα «αλλαγής του κόσμου» χωρίς την επαναστατική δικτατορία του προλεταριάτου, δηλαδή χωρίς την κοινωνική επανάσταση που θα καταστρέψει το κεφάλαιο και το αστικό Κράτος.
Ο εχθρός πάντα προσπαθεί να παραμορφώσει την επαναστατική αντίληψη. Γι’ αυτό το λόγο οι θιασώτες αυτών των θέσεων σχετικά με τον μη-αγώνα για εξουσία επιμένουν να διαβεβαιώνουν ότι η αντίθεση ανάμεσα σε ρεφορμισμό και επανάσταση είναι ξεπερασμένη. Αυτό είναι λάθος – τίποτε δεν είναι ξεπερασμένο! Ο ανταγωνισμός μεταξύ επανάστασης και σωτηρίας του καπιταλισμού με τη βοήθεια μεταρρυθμίσεων θα παραμένει μέχρι την οριστική νίκη της κοινωνικής επανάστασης. Αυτό που συμβαίνει στην πραγματικότητα είναι ότι αυτοί οι ρεφορμιστές απλά δεν τολμούν να επιβεβαιώσουν αυτό που είναι. Ξέρουν ότι για να σπείρουν την σύγχυση αποτελεσματικά μιλώντας ιδεολογικά, θα πρέπει να φαίνονται σαν μία μίξη ρεφορμισμού και επανάστασης. Αλλά ακόμη και σε αυτό το θέμα δεν δείχνουν καμία αυθεντική διάσταση! Ο Κάουτσκι έζησε τη ζωή του όντας ένας σχοινοβάτης ανάμεσα σε αυτό που εκείνο τον καιρό ονομαζόταν ρεφορμισμός και επανάσταση και πρακτικά η αντίληψή του έγινε μία πολύ δυνατή τροχοπέδη, ένα από τα καλύτερα όπλα της αντεπανάστασης.
Δεν είναι μόνο τον αγώνα για την εξουσία που απορρίπτουν αυτοί οι άνθρωποι. Αυτό που πρωτίστως και κυρίως απορρίπτουν είναι τον αγώνα για την καταστροφή της αστικής εξουσίας και επομένως τον αγώνα για την συγκρότηση της προλεταριακής εξουσίας, τον επαναστατικό αγώνα ολικά.
Πράγματι ο επαναστατικός αγώνας είναι αναπόφευκτα αγώνας για εξουσία. Είτε η εξουσία είναι στα χέρια του κεφαλαίου, είτε είναι στα χέρια της επανάστασης. Δεν υπάρχουν μισά σταθμά! Ακόμη κι αν, περιφερειακά, μπορεί να υπάρξει μία μικρή περίοδος αυτού που στην ιστορία προσδιορίστηκε ως δυαδική εξουσία (στην Ρωσία το 1917) – και αφήνοντας στην άκρη το γεγονός ότι αυτή η αντίληψη δεν ήταν ποτέ χρήσιμη στην επανάσταση αλλά πάντοτε υπήρξε πηγή σύγχυσης – πρέπει να επιβεβαιώσουμε ότι μία τέτοια κατάσταση δεν μπορεί να διαρκέσει, πρέπει αναγκαστικά να επιλυθεί, είτε προς όφελος της συντήρησης της τάξης, είτε προς όφελος της επανάστασης: εάν η εξουσία του κεφαλαίου δεν καταστραφεί τότε η τελευταία θα καταστρέψει την εξουσία που αναδύθηκε από την εξέγερση. Κάθε ψευδαίσθηση αντεξουσίας που θα αφήνει απ’ έξω την καταστροφική δράση της εξουσίας του κεφαλαίου μπορεί μόνο να ενθαρρύνει την αναδιοργάνωση της τελευταίας. Αυτό το γεγονός εκουσίως δεν αναφέρεται από τους θιασώτες της θεωρίας της αντεξουσίας. Επίσης αποτυγχάνουν στο να πουν ότι δεν υπάρχει καμία σύγκριση ανάμεσα σε κάποιες από τις τωρινές καταστάσεις και με μια κατάσταση που ορίζεται ως δυαδική εξουσία. Με σκοπό να κάνουμε την αντίθεση πιο οφθαλμοφανή, ας θυμηθούμε ότι στην Ρωσία το 1917 επρόκειτο για μια προλεταριακή εξέγερση ενάντια στο αστικό Κράτος και εάν υπάρχει νόημα να μιλάμε για «δυαδική εξουσία» τότε, αυτό αναφέρεται στην επαναστατική αποσύνθεση των κατασταλτικών δυνάμεων που ολοένα και πιο απροκάλυπτα αρνούνταν τις διαταγές του Κράτους και ξεσηκώθηκαν μαζί σε ολόκληρες περιοχές και άρχισαν να υπηρετούν τα προλεταριακά όργανα που δημιούργησε η επανάσταση κατά την διάρκεια της ανάπτυξής της.
Αυτά τα λέμε σε μία περίοδο που το προλεταριάτο και οι πρωτοπορίες του επιβεβαιώνουν τον εαυτό τους στους δρόμους αλλά ενώ η έλλειψη γνώσης του προγράμματος είναι αρκετά τραγική, μας φαίνεται ουσιαστικό να επικαλεστούμε κάποια κεντρικά στοιχεία του επαναστατικού αγώνα τα οποία συστηματικά αποκρύβονται ή παραμορφώνονται από όλες τις υπάρχουσες θεωρίες, που θέλουν να «αλλάξουν τον κόσμο χωρίς να πάρουν την εξουσία» ή υποστηρίζουν την «κοινωνικοποίηση ή κομμουνιστικοποίηση του κόσμου» χωρίς την καταστροφή της εξουσίας του κεφαλαίου.
Η κοινωνική επανάσταση υποδηλώνει δύο αδιαχώριστες πλευρές:
Με άλλα λόγια, η βαρβαρότητα της καπιταλιστικής κοινωνίας δεν βρίσκεται μόνο στο γεγονός ότι οι πλούσιοι γίνονται όλο και πιο πλούσιοι και οι φτωχοί όλο και πιο φτωχοί όπως ο χυδαίος σοσιαλισμός εξαντλείται να μας λέει. Η βαρβαρότητα της καπιταλιστικής κοινωνίας βρίσκεται στο γεγονός ότι ο στόχος της παραγωγής δεν είναι το ανθρώπινο ον αλλά το κέρδος. Εδώ και αιώνες, τα παραγόμενα εμπορεύματα είναι μόνο οι καρικατούρες αυτών που το ανθρώπινο ον χρειάζεται (οι αξίες χρήσεις είναι απλά μέσα για την ανταλλακτική αξία!). Τα πράγματα και οι υπηρεσίες που παράγονται ως εμπορεύματα είναι τα ανεξίτηλα σημάδια της ιδιωτικής παραγωγής των εμπορευμάτων, μίας παραγωγής που έχει ως στόχο να υποβαθμίσει την ανθρωπότητα στην σκλαβιά. Όχι μόνο τα αντικείμενα της κατανάλωσης είναι μολυσμένα από την ιστορική δικτατορία του ποσοστού του κέρδους – δεν παράγονται για την ανθρώπινη ζωή αλλά για να πουληθούν – αλλά και τα ίδια τα μέσα παραγωγής δεν σχεδιάστηκαν για να γλιτώσουν εργασία αλλά για να αυξήσουν το ποσοστό του κέρδους. Να γιατί η κοινωνική επανάσταση συνεπάγεται το γεγονός ότι όλη η υλική παραγωγή τίθεται υπό αμφισβήτηση, συνεπάγεται επίσης την διάλυση κάθε αυτόνομης απόφασης (σε εταιρείες, δήμους, συνελεύσεις, κτλ.) που παίρνεται ανάλογα με τις δυνατότητες ανταλλαγής. Η βάση της κοινωνικής επανάστασης μπορεί μόνο να είναι η ολοκληρωτική αλλαγή όλων των παραγωγικών σχέσεων και του ίδιου του σκοπού της παραγωγής – ειδάλλως κάθε λόγος για «μια νέα κοινωνία» δεν είναι παρά ιδεαλιστικές μαλακίες. Το βάθος της κοινωνικής επανάστασης θα εκτιμηθεί ακριβώς από την δυνατότητά της να μετασχηματίσει ριζοσπαστικά (στην ρίζα!) όλη την παραγωγή, από την δυνατότητά της να καταργήσει τις αυτόνομες αποφάσεις της ιδιωτικής παραγωγής και συνεπώς των σχέσεων εκμετάλλευσης, από την δυνατότητα της να επιβάλλει οργανικά και γενικά τις ανθρώπινες ανάγκες, που μετατρέπουν κάθε παραγωγή σε ανθρώπινη παραγωγή. Για πρώτη φορά, η έννοια του να είσαι άνθρωπος δεν θα καθορίζεται πλέον από τις σχέσεις παραγωγής, αλλά παράλληλα με την λήψη αποφάσεων για όλες τις πτυχές της υλικής παραγωγής θα εξολοθρευτεί η κυριαρχία του αντικειμενικού κόσμου επί του ανθρώπινου (η οικονομία) και ο άνθρωπος θα είναι ικανός να ζήσει την πραγματική του ιστορία ως συνειδητή ανθρωπότητα.
Οι ρεφορμιστές με τις θεωρίες τους ενάντια στον αγώνα για εξουσία αρνούνται όλες τις πτυχές της επαναστατικής πάλης: δεν αρνούνται μόνο την αναγκαιότητα της καταστροφής του κεφαλαίου ως πολιτική, κατασταλτική και ιδεολογική δύναμη, το οποίο είναι πολύ σοβαρό από μόνο του, αλλά ανασκευάζουν επίσης την αναγκαιότητα καταστροφής της ιδιωτικής παραγωγής, της οποίας η αρχή της αυτονομίας στην λήψη αποφάσεων αποτελεί το κλειδί της παραγωγής για ανταλλαγή, την ουσία του καπιταλισμού ως γενικευμένος εμπορευματικός τρόπος παραγωγής. Απορρίπτουν την καταστροφή του καπιταλισμού, και επίσης την συνεπαγόμενη και απαραίτητη συγκρότηση μίας συγκεντρωποιημένης επαναστατικής πολιτικής δύναμης. Το μεγάλο θεωρητικό κενό αυτών των ρεφορμιστών σχετικά με το Κράτος της μεταβατικής περιόδου προέρχεται προφανώς από την ιδεολογία τους περί μη καταστροφής του αστικού Κράτους και η απόρριψή τους (ρητή ή υπονοούμενη ανάλογα με τις περιπτώσεις) της δικτατορίας του προλεταριάτου, που είναι η άρνηση κάθε Κράτους στην πράξη.
Υπάρχει μία απολογία σχετικά με τις αυτόνομες μονάδες, καταλήψεις εταιρειών και της αυτόνομης διοίκησης, της αυτό-διαχείρισης περιοχών με έναν τοπικό, παραγωγικό και διανεμητικό τρόπο. Η ίδια η αντίληψη της υπεράσπισης κάποιας ιδιαιτερότητας σε κάποια ανώτερη οντότητα (το πλήθος!) (1), η απολογία των δικτύων ανταλλαγής, των διανεμητικών δικτύων, σπρώχνει απλά προς την ανάπτυξη αυτών των αυτόνομων (στην πραγματικότητα ιδιωτικών) βάσεων, το κλειδί της εμπορευματικής κοινωνίας, της αστικής κοινωνίας. Τα πλήθη, τα διανεμητικά δίκτυα, η αυτό-διαχείριση, τα δίκτυα ανταλλαγών δεν μπορούν να κάνουν τίποτα άλλο παρά να παράγουν ως αυτόνομες ιδιωτικές μονάδες, μπορούν μόνο να αναπαράγουν τον ιδιωτικό χαρακτήρα της παραγωγής. Το μέγιστο στο οποίο μπορεί αυτή η «ελευθεριακή» κοινωνία των πολλαπλών ανταλλαγών να ελπίζει είναι μία μικρή μεταρρύθμιση στην διανομή (αλλά ακόμη και αυτό βλέπουμε ότι είναι αρκετά περιορισμένο επειδή ο υπάρχον ρεφορμισμός, σε μία πλήρη κοινωνική καταστροφή, είναι ανίκανος πραγματικών αλλαγών). Και ακόμη, αυτός ο μικρός ρεφορμισμός είναι εφικτός μόνο εφόσον δεν ενοχλήσει πολύ κάποια από τις δυνάμεις του ένοπλου κεφαλαίου. Αλλά οι πολλαπλές και ποικίλες μονάδες, τα Συμβούλια καλών ή κακών κυβερνήσεων, οι κοοπερατίβες, οι οικολογικές και/ή αυτοδιαχειριζόμενες φάρμες, οι μεγάλες ή μικρές επιχειρήσεις, υπό κατάληψη ή υπό εργατικό έλεγχο, όλα αυτά θα προσπαθήσουν ανεπανόρθωτα να γίνουν επικερδή και θα αποδειχτεί ότι είναι εντελώς ανίσχυρα όταν έχουν να αντιμετωπίσουν την σημερινή παράλογη (απάνθρωπη) παραγωγή, φρούτο αιώνων δικτατορίας της αξίας που έχει υποβιβάσει την ανθρωπότητα στη σκλαβιά. Η δικτατορία του ποσοστού του κέρδους θα συνεχίσει να κατευθύνει αυτό που παράγεται και το πώς παράγεται.
Αντιθέτως, η δικτατορία του προλεταριάτου θα διαλύσει τις ρίζες αυτής της κοινωνίας, θα επιβάλλει την δικτατορία των ανθρώπινων αναγκών ενάντια σε κάθε αυτόνομη παραγωγή και κάθε μερκαντιλισμό που απορρέει από αυτή, θα διαλύσει την παραγωγή για ανταλλαγή (και επομένως για κέρδος) και θα θέσει υπό αμφισβήτηση όλα τα παραγόμενα «πράγματα» (που όντως έχουν σχεδιαστεί βάση απάνθρωπων κριτηρίων) με στόχο να χτίσει μία υλική παραγωγή (2) που επιτέλους θα εγκαθιδρυθεί από το ανθρώπινο ον, επιτέλους σχεδιασμένη να αποδεσμεύσει τον άνθρωπο από την εργασία, μία παραγωγή σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες και ανθρώπινες επιθυμίες. Έως τώρα η ανθρωπότητα δεν καθόριζε ποτέ την ιστορία της – την καθόριζαν οι υλικές αντιθέσεις και ιδιαίτερα οι κοινωνικές σχέσεις της παραγωγής που της επιβλήθηκαν. Χωρίς την καταστροφή του κεφαλαίου, η ελευθερία και η αυτονομία στην λήψη αποφάσεων της ανθρωπότητας δεν είναι παρά η δικτατορία της αξίας επί του ανθρώπινου είδους. Η συνθήκη για να αναλάβει το ανθρώπινο ον την δική του ιστορία είναι ακριβώς το ότι επιβάλλει τις πραγματικές ανάγκες του ως ανθρώπινο ον και ότι θα καταστρέψει βίαια και δίχως κανέναν συμβιβασμό τον νόμο της οικονομίας που κρύβεται πίσω από τις λέξεις ελευθερία, αυτονομία, δημοκρατία, αυτό-διαχείριση, κτλ: δηλαδή τον νόμο της αξίας.